“Το φυλακτό”

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2025, 19:00 (εγκαίνια)

Όλες τις ημέρες του φεστιβάλ
(ώρες λειτουργίας: 19:30–23:00)
Παλαιό Γυμνάσιο Λεωνιδίου

Εστιάζοντας σε κοσμήματα της Τσακώνικης φορεσιάς και σε οικεία τοπία του Λεωνιδίου, η Πόπη Τσουκάτου δημιουργεί με τη χρήση προγραμμάτων A.I. μια σειρά νέων φωτογραφικών έργων και βίντεο, τα οποία αναδομούν τη μνήμη μέσα σε ένα παρόν τεχνολογικά διαμορφωμένο και αισθητηριακά φορτισμένο.

Επεξεργασία και μοντάζ βίντεο: Χάρης Λαλούσης

Μουσική βίντεο: Άρης Σιαφάς

Τεχνική υποστήριξη: Street Smart

Περισσότερα: Πόπη Τσουκάτου

[ΕΠΙΜΕΛΗΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ]

Κειμήλια για το Μέλλον

Η έννοια του «κειμήλιου» παραπέμπει συχνά σε προσωπικά αντικείμενα που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά, ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας, φέροντας μαζί τους προσωπικές και συλλογικές μνήμες. Ένα κειμήλιο υποδηλώνει πρωτίστως μία στενή προσωπική σχέση, αποτελεί μια χειροπιαστή απόδειξη ενός συναισθηματικού δεσμού αλλά και μία σχέση μεταξύ κάποιου παρελθόντος και κάποιου παρόντος.

Σε μια εποχή όπου η τεχνολογία διαμορφώνει ολοένα και περισσότερο την εμπειρία, η Πόπη Τσουκάτου στρέφεται σε αυτά, τα πιο σιωπηλά ίχνη μνήμης, τα οικογενειακά κειμήλια, για να ανασυνθέσει την τοπική ιστορία του Λεωνιδίου, όχι μέσα από το βλέμμα του αρχειοθέτη, αλλά μέσα από το βλέμμα του καλλιτέχνη που τα προσεγγίζει ως συναισθηματικούς δεσμούς ανάμεσα σε γενιές και κοινότητες. Εστιάζοντας στις προσωπικές ιστορίες που υφαίνονται γύρω από γυναικεία κοσμήματα της τσακώνικης φορεσιάς, η Τσουκάτου διερευνά τις λεπτές γραμμές ανάμεσα στο οικείο και το ιστορικό, στο τελετουργικό και το καθημερινό.

Στην έκθεσή της, Το Φυλακτό, η καλλιτέχνις προσεγγίζει την ιστορία μέσα από τέτοια αντικείμενα-φορείς νοημάτων, αναζητώντας το πώς αυτά λειτουργούν όχι μόνο ως προσωπικά ενθύμια αλλά και ως δυναμικά πεδία συναισθηματικής και πολιτισμικής ανάγνωσης.  Η Τσουκάτου δημιουργεί με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης (Τ.Ν.) μια σειρά νέων έργων που ενσωματώνουν τις λεπτές εντάσεις της μνήμης και τις άυλες αποτυπώσεις του βιώματος. Όπως και στην πρόσφατη ατομική της έκθεση, Human After All, έτσι και σε αυτή τη σειρά έργων, η χρήση τεχνητής νοημοσύνης δεν λειτουργεί ως φίλτρο εντυπωσιασμού και αποξένωσης, αλλά ως όχημα επανανοηματοδότησης του χρόνου, ως εργαλείο και μέσο να αναρωτηθούμε: πώς επιβιώνει μια μνήμη; τι μορφή παίρνει όταν διαμεσολαβείται από την τεχνολογία;

Στις τρεις φωτογραφίες που παρουσιάζει οι εικόνες που προκύπτουν μοιάζουν να έχουν εμποτιστεί από την ίδια την ένταση των πρωτότυπων κοσμημάτων: είναι οικείες και ταυτόχρονα παράξενες, σαν να έχουν επιστρέψει από ένα μέλλον όπου η μνήμη δεν είναι πια γραμμική, αλλά ένα πλέγμα μετασχηματισμών. Τα «πειραγμένα» κοσμήματα -μικροϊδιοκτησίες του οικείου και υλικά αποθετήρια μνήμης- μετατρέπονται σε σύμβολα μιας διαγενεακής εμπειρίας, μιας αλυσίδας που συνδέει το φύλο, τον πολιτισμό, την κληρονομιά, τη φροντίδα και την ιστορία.

Στο βίντεο, η εικόνα αποσταθεροποιείται συστηματικά. Τα κοσμήματα, ενσωματωμένα στο τοπίο του Λεωνιδίου, μοιάζουν να αναπνέουν, να έχουν αφομοιώσει τη μνήμη των σωμάτων που κάποτε τα φορούσαν. Αυτή η σχεδόν «ανιμιστική» τους αύρα δεν παράγεται από προσωπικές αφηγήσεις, αλλά από τη σιωπή της ύλης και την παρατήρηση του ανεπαίσθητου. Αντί για αντικείμενα εγγεγραμμένα στον κυρίαρχο χρόνο του παρελθόντος, τα κοσμήματα της τσακώνικης φορεσιάς μεταλλάσσονται σε επιτελεστικά μορφώματα – φαντάσματα εντός δικτύων αλγοριθμικής παραγωγής εικόνας, συναισθήματος και ταυτότητας.

Στην προθήκη, ένα παραδοσιακό τσακώνικο δαχτυλίδι του 20ού αιώνα επανεμφανίζεται ως ψηφιακή ανακατασκευή μέσω 3D εκτύπωσης. Δεν πρόκειται πια για ένα διατηρημένο ή αποκατεστημένο αντικείμενο αλλά για ένα συνθετικό ίχνος, ένα «κειμήλιο από το μέλλον», μια κληρονομιά φτιαγμένη από δεδομένα και επανακωδικοποιημένη από μηχανές. Τα ψηφιακά γλυπτά εντός της προθήκης στέκονται στη διασταύρωση του τεκμηρίου και της επινόησης. Λειτουργούν ως θραύσματα ανοιχτά σε ερμηνείες, σε διάλογο με την ιστορία, τη μνήμη, τη φθορά. Είναι υβρίδια ανάμεσα στο σώμα, το αρχείο και τον αλγόριθμο που διαταράσσουν τον ορισμό του αυθεντικού ή του ιστορικά αληθινού.

Κι ενώ βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου η μνήμη συχνά αποθηκεύεται για να ξεχαστεί, η Τσουκάτου αντιστρέφει αυτή τη λογική. Φέρνει στο προσκήνιο την ιδέα του τεχνητού ως ενίσχυση της μνήμης και προτείνει έναν διαφορετικό τρόπο να κοιτάμε το παρελθόν: όχι ως κάτι σταθερό, αλλά ως κάτι που συνεχώς επανεφευρίσκεται μέσα από τα ίχνη που άφησε πίσω του. Η καλλιτέχνις μάς προτείνει μια διαδικασία ανασύστασης, όπου το υλικό συναντά το άυλο, το παρόν δονείται μέσα στη μνήμη, και η εικόνα -στατική ή κινούμενη- μετατρέπεται σε φορέα αισθήσεων και άυλης γνώσης.

Ανασύροντας τις λεπτές αποχρώσεις μιας συλλογικής, τοπικής ιστορίας και υποβάλλοντάς την σε μια διαδικασία διακριτικής, αλλά βαθιάς μεταμόρφωσης μέσω της Τ.Ν., η Πόπη Τσουκάτου επιχειρεί μια επανατοποθέτηση του κειμηλίου ως μετα-υλικού φορέα πολιτισμικής μνήμης, θέτοντας παράλληλα υπό αμφισβήτηση την αρχειακή του σταθερότητα και τη βιολογική του μετάδοση εντός του οίκου και της οικογένειας. Τα έργα της δεν καταγράφουν μόνο αυτό που υπήρξε· προτείνουν τρόπους να υπάρχουμε μέσα στον χρόνο. Όχι ως αρχεία, αλλά ως ύλη και δυνατότητα που πάλλεται μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος σε ένα παρόν υπό διαρκή διαπραγμάτευση.

Ξένια Καλπακτσόγλου, Ιούνιος 2025.